Σχεδόν όλοι έχουμε βρεθεί κάποια στιγμή να επιστρέφουμε νοητικά σε παλιά σταυροδρόμια της ζωής μας.

«Αν είχα σπουδάσει κάτι άλλο…»
«Αν είχα μείνει σε εκείνη τη σχέση…»
«Αν είχα ρισκάρει περισσότερο…»

Το μυαλό μας γυρίζει πίσω, προσπαθώντας να επανεξετάσει αποφάσεις και επιλογές. Αυτές οι σκέψεις δεν είναι παράξενες ούτε παθολογικές.

Αντίθετα, αποτελούν έναν φυσικό τρόπο με τον οποίο προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και την πορεία της ζωής μας.

Το πρόβλημα ξεκινά όταν το «αν» γίνεται μόνιμος τόπος. Όταν η σκέψη δεν μας βοηθά να επεξεργαστούμε το παρελθόν, αλλά μας κρατά εγκλωβισμένους σε αυτό.

Τι δείχνουν οι έρευνες για τις σκέψεις που μας κρατούν στο παρελθόν

Μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό GeroScience (Οκτώβριος 2025) έδειξε ότι όσο περισσότερο οι άνθρωποι εγκλωβίζονται σε σκέψεις του τύπου «τι θα γινόταν αν», τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να βιώνουν δυσαρέσκεια, μελαγχολία ή μειωμένη ικανοποίηση από τη ζωή τους.

Οι ερευνητές μελέτησαν 494 άτομα ηλικίας 48 έως 75 ετών και παρατήρησαν κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: εκείνοι που μπορούσαν να αφήνουν πίσω τις υποθετικές σκέψεις για το παρελθόν ήταν συνολικά πιο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και εμφάνιζαν λιγότερα καταθλιπτικά συμπτώματα.

Με άλλα λόγια, η ψυχική μας ευεξία δεν εξαρτάται μόνο από όσα ζήσαμε, αλλά κυρίως από τον τρόπο που σχετιζόμαστε με όσα δεν έγιναν.

Όταν το μυαλό κολλάει στο «αν»

Το υπερβολικό what if thinking λειτουργεί σαν ψυχολογικό βάρος.
Μας κρατά παγιδευμένους σε επιλογές που δεν μπορούμε πια να αλλάξουμε, αλλά συνεχίζουμε να τις «ξαναζούμε» νοητικά.

Αυτή η συνεχής ανακύκλωση:

  • εξαντλεί συναισθηματικά,
  • αποδυναμώνει την ικανότητα απόλαυσης του παρόντος,
  • και συχνά δημιουργεί μια αίσθηση ότι «η ζωή μου θα μπορούσε να ήταν αλλιώς».

Η σύγκριση, όμως, γίνεται πάντα με ένα φανταστικό, εξιδανικευμένο σενάριο — όχι με την πραγματικότητα.

Τι συμβαίνει στον εγκέφαλο

Η ίδια έρευνα έδειξε ότι η ικανότητα αποδέσμευσης από αυτές τις σκέψεις σχετίζεται με τη συνεργασία δύο εγκεφαλικών περιοχών:
της ventromedial prefrontal cortex, που παίζει βασικό ρόλο στη ρύθμιση των συναισθημάτων, και της dorsolateral prefrontal cortex, που εμπλέκεται στη λήψη αποφάσεων και τη διαχείριση εσωτερικών συγκρούσεων.

Όταν αυτές οι περιοχές λειτουργούν συντονισμένα, ο εγκέφαλος μπορεί να επεξεργάζεται τις εμπειρίες πιο ψύχραιμα και να προχωρά, χωρίς να εγκλωβίζεται σε αδιέξοδα νοητικά μονοπάτια.

Με απλά λόγια: όσο πιο εύκολα μπορούμε να αποδεχτούμε τις επιλογές μας χωρίς να τις αναμασάμε, τόσο πιο σταθερή γίνεται η συναισθηματική μας κατάσταση.

Το «αν» δεν αλλάζει τίποτα

Οι σκέψεις «τι θα γινόταν αν» ξεκινούν συχνά από καλή πρόθεση. Θέλουμε να μάθουμε, να καταλάβουμε, να αποφύγουμε μελλοντικά λάθη.

Όταν όμως γίνονται συνήθεια, παύουν να είναι χρήσιμες. Αντί να μας βοηθούν να εξελιχθούμε, μας καθηλώνουν.

Το ζήτημα δεν είναι η περιστασιακή αναδρομή, αλλά η εμμονή. Όταν το μυαλό συγκρίνει διαρκώς το παρόν με ένα ιδανικό παρελθόν, η απογοήτευση γίνεται αναπόφευκτη.

Το να αφήσουμε πίσω αυτές τις σκέψεις δεν σημαίνει να ξεχάσουμε ή να αδιαφορήσουμε. Σημαίνει να αναγνωρίσουμε ότι η ζωή δεν ξαναγράφεται — μόνο συνεχίζεται.

Από το «αν είχα…» στο «τι μπορώ να κάνω τώρα»

Ένας πρακτικός τρόπος για να περιορίσουμε το «αν» είναι να το μετατρέψουμε σε ερώτηση δράσης.

  • Αν πιάσεις τον εαυτό σου να σκέφτεται «αν είχα διαλέξει άλλο επάγγελμα», ρώτησε:
    «Τι μπορώ να μάθω ή να αλλάξω σήμερα;»
  • Αν σκέφτεσαι «αν είχα μείνει σε εκείνη τη σχέση», αναρωτήσου:
    «Τι χρειάζομαι τώρα από τις σχέσεις μου για να νιώθω καλά;»

Έτσι, το κέντρο βάρους μεταφέρεται από το παρελθόν στο παρόν — το μόνο σημείο όπου υπάρχει πραγματική δυνατότητα αλλαγής.

Ο εγκέφαλος εκπαιδεύεται

Όταν σταματάμε συνειδητά τη νοητική ανακύκλωση, ο εγκέφαλος σταδιακά αλλάζει συνήθειες.

Οι συνδέσεις που σχετίζονται με την υπερανάλυση αποδυναμώνονται και ενισχύονται εκείνες που υποστηρίζουν την αποδοχή και την προσαρμογή.

Αυτό δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται εξάσκηση:

  • να παρατηρούμε πότε ξεκινά το «αν»,
  • να το διακόπτουμε απαλά, χωρίς αυτοκριτική,
  • και να στρέφουμε την προσοχή σε κάτι παρόν και ρεαλιστικό.

Μικρά, σταθερά βήματα που με τον χρόνο αλλάζουν ολόκληρο το εσωτερικό μας τοπίο.

Η αξία της αποδοχής

Η ωριμότητα δεν σημαίνει ότι δεν μετανιώσαμε ποτέ για τίποτα. Σημαίνει να μπορούμε να πούμε: «Έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα με τα δεδομένα που είχα τότε».

Όταν το συνειδητοποιούμε αυτό, το μυαλό σταματά να πολεμά το παρελθόν και στρέφεται σε κάτι πιο ουσιαστικό:
πώς μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα σήμερα.

Η αποδοχή δεν είναι παραίτηση. Είναι εξοικονόμηση ενέργειας. Είναι η επιλογή να επενδύσουμε σε όσα μπορούμε πραγματικά να επηρεάσουμε.

Το παρελθόν μάς δίδαξε. Το παρόν μάς χρειάζεται.

Και εκεί βρίσκεται η ουσία της ψυχικής ισορροπίας: στο να ζούμε τη ζωή που έχουμε τώρα, όχι εκείνη που φανταζόμαστε ότι θα μπορούσε να είχε υπάρξει.

Αν νιώθεις ότι το μυαλό σου επιστρέφει συχνά στο παρελθόν και αυτό επηρεάζει τη διάθεσή σου, ίσως είναι χρήσιμο να το δουλέψεις με τη βοήθεια ενός ειδικού.

Η ψυχοθεραπεία μπορεί να σε βοηθήσει να κατανοήσεις τα μοτίβα σκέψης σου, να μειώσεις την υπερανάλυση και να μάθεις τρόπους να παραμένεις πιο σταθερός συναισθηματικά στο παρόν.

Αν θέλεις να το συζητήσουμε, μπορείς να επικοινωνήσεις μαζί μου για ατομικές συνεδρίες ή για περισσότερες πληροφορίες.